Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2017

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ΤΗΣ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΓΕΝΤΙΝΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ΤΗΣ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ


Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ
Ο θάνατός του Περόν το 1974, έφερε την αντιπρόεδρο και τρίτη σύζυγό του, Ισαμπέλ, στην εξουσία, που αποτέλεσε μία συμβιβαστική επιλογή ανάμεσα στα ρεύματα των Περονιστών, με σύντομο χρόνο ζωής, καθώς η σύγκρουση μεταξύ των ακραίων ρευμάτων προκάλεσε οικονομικό χάος με αποτέλεσμα ένα νέο πραξικόπημα τον Μάρτιο του 1976.

Στα τέλη της δεκαετίας του '60 και στις αρχές του '70, ένοπλες αριστερές ομάδες, απήγαγαν και δολοφονούσαν πολίτες σχεδόν κάθε εβδομάδα. Το αυτονομαζόμενο καθεστώς της Εθνικής Διαδικασίας Αναδιοργάνωσης καταπίεζε την αντιπολίτευση και τα αριστερά ρεύματα με βίαια και παράνομα μέτρα, γνωστά και ως ο βρώμικος πόλεμος. Χιλιάδες διαφωνούντες εξαφανίστηκαν.
Αυτή η νέα δικτατορία έφερε αρχικά σταθερότητα στη χώρα και κατασκεύασε μεγάλο αριθμό σημαντικών δημοσίων έργων. Αλλά το συχνό πάγωμα μισθών και η απορρύθμιση της οικονομίας κατέληξε σε απότομη μείωση του επιπέδου ζωής και υψηλό δημόσιο χρέος. Η αποβιομηχάνιση, η κατάρρευση του πέσο της Αργεντινής και η πτώση των επιτοκίων, μαζί με τη διαφθορά, τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την τελική ήττα της Αργεντινής στον πόλεμο των Φώκλαντ, οδήγησαν στην πτώση του καθεστώτος και στις ελεύθερες εκλογές του 1983.
Η κυβέρνηση του Ραούλ Αλφονσίν  (1983) ανέλαβε δράσεις για την αποκατάσταση των διωγμένων, καθιέρωσε τον πολιτικό έλεγχο στις ένοπλες δυνάμεις και εδραίωσε τους δημοκρατικούς θεσμούς. Τα μέλη των τριών δικτατοριών δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε ισόβια. Το δημόσιο χρέος όμως που κληροδότησε το τελευταίο καθεστώς, άφησε την οικονομία της Αργεντινής σε κρίσιμη κατάσταση απέναντι στους ιδιώτες δανειστές και το ΔΝΤ. Προτεραιότητα δόθηκε στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους σε βάρος των δημοσίων έργων και του εσωτερικού χρέους. Η αδυναμία του Αλφονσίν να επιλύσει τα συνεχώς διογκούμενα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν στην απώλεια της λαϊκής στήριξης. Μετά από μία νομισματική κρίση το 1989 και τον σχεδόν δεκαπενταπλασιασμό των τιμών, η κυβέρνηση παραιτήθηκε πέντε μήνες νωρίτερα από τη θητεία της.
Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Κάρλος Μένεμ ξεκίνησε τις διαδικασίες ιδιωτικοποιήσεων και μετά από ένα δεύτερο επεισόδιο υπερπληθωρισμού το 1990, ζήτησε την συνδρομή φιλελεύθερων οικονομολόγων, οι οποίοι επέβαλαν σταθερή ισοτιμία πέσο-δολαρίου το 1991 και υιοθέτησαν μακροπρόθεσμες πολιτικές αγοράς, καταργώντας τον προστατευτισμό και επιχειρηματικούς κανονισμούς, επιταχύνοντας τις ιδιωτικοποιήσεις. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις συνέβαλαν σε σημαντικές αυξήσεις των επενδύσεων και της ανάπτυξης με σταθερές τιμές για το μεγαλύτερο διάστημα της δεκαετίας του '90. Η σταθερή αξία του πέσο όμως μπορούσε να διατηρηθεί μόνο με τη χρήση δολαρίων στην εγχώρια αγορά, γεγονός που οδήγησε στην αύξηση του εξωτερικού χρέους. Το 1998 όμως, μία σειρά διεθνών κρίσεων στην οικονομία και η υπερεκτίμηση του πέσο προκάλεσαν σταδιακά μία εγχώρια οικονομική κρίση. Η αίσθηση της σταθερότητας και ευημερίας που επικρατούσε υποχώρησε γρήγορα και με το τέλος της θητείας του το 1999, ο Μένεμ δεν ήταν καθόλου δημοφιλής.
Ο διάδοχος πρόεδρος Φερνάντο ντε λα Ρούα κληρονόμησε μειωμένη ανταγωνιστικότητα στις εξαγωγές, καθώς και χρόνια ελλείμματα. Ο κυβερνών συνασπισμός επανέφερε τον Καβάγιο στο Υπουργείο Οικονομικών, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως μία κίνηση πανικού από τις αγορές παραγώγων. Ο Καβάγιο αναγκάστηκε να λάβει μέτρα για τα διαφυγόντα κεφάλαια και να αντιμετωπίσει την κρίση με πάγωμα των λογαριασμών. Η λαϊκή δυσφορία εντάθηκε και στις 20 Δεκεμβρίου του 2001, η Αργεντινή μπήκε στην χειρότερη θεσμική και οικονομική της κρίση από το 1890. Βίαιες διαδηλώσεις και συγκρούσεις με τις αρχές οδήγησαν σε τραυματισμούς και θανάτους. Το χαοτικό κλίμα που εντεινόταν και οι φωνές διαμαρτυρίας οδήγησαν τελικά στην παραίτηση του πρόεδρου ντε λα Ρούα και την διαφυγή του με ελικόπτερο από την ταράτσα του προεδρικού μεγάρου, ύστερα πό εκτενή. Πάνδημη και βίαιη λαϊκή εξέγερση.
Αντίστοιχα στην Ελλάδα μετά την εκτενή πολική και κοινωνική κρίση του 1965-66 είχε σαν αποτέλεσμα πραξικόπημα το 1967. Αυτή η νέα δικτατορία έφερε αρχικά σταθερότητα στη χώρα και κατασκεύασε μεγάλο αριθμό σημαντικών δημοσίων έργων. Αλλά το συχνό πάγωμα μισθών και η απορρύθμιση της οικονομίας κατέληξε σε απότομη μείωση του επιπέδου ζωής και υψηλό δημόσιο χρέος. Η διαφθορά, μαζί με τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την τελική ήττα και εθνική καταστροφή της χώρας στον πόλεμο της Κύπρου το 1974 οδήγησε στην πτώση του καθεστώτος και σε ελεύθερες εκλογές.

Όλοι οι νέοι πρωθυπουργοί της χώρας (Καραμανλής πρεσβύτερος, Ανδρέας Παπανδρέου, Μητσοτάκης, Σημίτης, Καραμανλής νεώτερος) ξεκίνησαν διαδικασίες ιδιωτικοποιήσεων και ζήτησαν την συνδρομή φιλελεύθερων οικονομολόγων, οι οποίοι επέβαλαν και υιοθέτησαν μακροπρόθεσμες πολιτικές αγοράς, καταργώντας τον προστατευτισμό και επιχειρηματικούς κανονισμούς, επιταχύνοντας τις ιδιωτικοποιήσεις, παράλληλα με την παροχή δανείων που έλαβαν από την ΕΕ σαν π.χ. τα πακέτα «Ντελόρ» (τα οποία κατακράτησαν οι ίδιοι και για να έχουν χρήματα να δώσουν στους πολίτες για να τους έχουν σαν εκλογική πελατεία, δανείστηκαν αντίστοιχα ποσά χρημάτων από τις τράπεζες του εξωτερικού, χρεώνοντας την πληρωμή των δανείων στους πολίτες, χωρίς να τους ενημερώσουν για αυτό φυσικά, γεγονός που οδήγησε στην αύξηση του εξωτερικού χρέους). Αυτές οι μεταρρυθμίσεις συνέβαλαν αρχικά σε σημαντικές αυξήσεις των επενδύσεων και της ανάπτυξης με σταθερές τιμές για το μεγαλύτερο διάστημα της δεκαετίας του 2000, όμως η μία σειρά διεθνών κρίσεων στην παγκόσμια οικονομία που άρχισαν το 2008, προκάλεσαν σταδιακά και εγχώρια οικονομική κρίση.
Ο διάδοχοι τους (Γεώργιος Παπανδρεόυ, Σαμαράς) κληρονόμησαν μειωμένη ανταγωνιστικότητα στις εξαγωγές, καθώς και χρόνια ελλείμματα μαζί με μεγάλη κρίση χρέους. Αυτό είχε σαν συνέπεια κοινωνική, οικονομική και πολιτική κρίση στην χώρα με αποτέλεσμα των διαδοχική αλλαγή κυβερνήσεων. Οι κυβερνώντες συνασπισμοί (ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ, ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΔΗΜΑΡ, ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ)  αναγκάστηκαν να λάβουν μέτρα για τα διαφυγόντα κεφάλαια και να αντιμετωπίσουν την κρίση με πάγωμα των λογαριασμών.
Η λαϊκή δυσφορία εντάθηκε και η Ελλάδα μπήκε στην χειρότερη θεσμική και οικονομική της κρίση στην νεώτερη εποχή. Βίαιες διαδηλώσεις και συγκρούσεις με τις αρχές οδήγησαν σε τραυματισμούς. Το χαοτικό κλίμα που εντεινόταν και οι φωνές διαμαρτυρίας οδήγησαν τελικά στην παραίτηση πολλών κυβερνήσεων στην χώρα. Θα μπορούσε η έξαρση της κρίσης να οδηγήσει σε μία «επανάληψη της φυγής του πρόεδρου ντε λα Ρούα» στην χώρα μας και στην διαφυγή όλου του ντόπιου πολιτικού προσωπικού στην χώρα, είτε με ελικόπτερο ή χωρίς μετά  από μία εκτενή κοι9νωνιλή, οικονομική και πολιτική κρίση στην χώρα ύστερα από μία χρεωκοπία, είτε εντός, είτε εκτός του ευρώ (βέβαια δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν παράλληλα και οι παράτυποι μετανάστες , εμπλέκονται εκτός από το ΔΝΤ και η ΕΕ και η ΕΚΤ στο χρέος της χώρας, και η χώρα δεν έχει ανεξάρτητο (ως τώρα) νόμισμα); Άγνωστο, αλλά όλο το υπάρχον πολιτικό σύστημα δεν προσέξει, μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνους ατραπούς την χώρα που θα τις επιφέρουν πολλές καταστροφές, αλλά στο τέλος αυτή θα ανακάμψει και θα πορευτεί και πάλι υπερήφανη προς ένα λαμπρό μέλλον και μια εθνική αναγέννηση και ανάταση. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου