Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΥΕΜΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΑΥΤΗ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΥΕΜΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΑΥΤΗ

Γράφει ο ΑΛΩΠΗΞ
Ως γνωστόν, η νεότερη ιστορία της Υεμένης, ξεκινά αμέσως μετά την λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος εκτός των άλλων, κατέληξε στην ολοσχερή ήττα και διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της οποίας η Υεμένη ως τότε ήταν μέλος.
Συγκεκριμένα, στις 30 Οκτωβρίου του 1918, ταυτόχρονα με την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Ιμάμης Γιαχιά Μουχάμαντ της δυναστείας αλ-Κασιμί, ανακήρυξε το βόρεια τμήμα της Υεμένης (γνωστό και ως κράτος της Βόρειας Υεμένης) ως ένα ανεξάρτητο κυρίαρχο κράτος.
Στην συνέχεια, το έτος 1926, ο Γιαχιά ανακήρυξε το κράτος του σε Βασίλειο, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα, τόσο την πνευματική, όσο και την πλήρη διοικητική ηγεσία του κράτους αυτού.
Ο Γιαχιά, ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση με τον Σαουδάραβα βασιλιά Αμπντούλ Αζίζ ιμπν Σαούντ, λόγω συνοριακών διαφορών την δεκαετία του 1930, αλλά στο τέλος, οι δυνάμεις των Σαούντ, ανακατέλαβαν όλες τις περιοχές που τους είχε καταλάβει ως τότε οι Υεμενίτες και τα οριστικά σύνορα των δύο χωρών, ρυθμίστηκαν οριστικά με την Συνθήκη του Ταΐφ το 1934.
Την ίδια περίοδο, το βασίλειο του Γιάχα, ήρθε σε σύγκρουση και με τους Βρετανούς, από τους οποίους αξλιωνε την επιστροφή του νότιου τμήματος της Υεμένης, που αυτοί κατείχαν ως προτεκτοράτο (Βρετανικό Προτεκτοράτο του Άντεν), χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία.
Το Βασίλειο της Υεμένης, συμμετείχε επίσης με ένα μικρό εκστρατευτικό σώμα στον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1948, το οποίο όμως δεν έπαιξε κανένα σπουδαίο ρόλο στις μάχες που ακολούθησαν στον πόλεμο αυτό.
Το 1948, ο Ιμάμης Γιαχιά δολοφονήθηκε και ο γιος και κληρονόμος του, Ιμάμης Αχμέντ μπιν Γιαχιά, που ανέλαβε τελικά την εξουσία στην χώρα, προώθησε την οικονομική και διοικητική ανάπτυξη του βασιλείου, αν και το καθεστώς του ήταν ιδιαίτερα αυταρχικό.
Το 1956, ο Αχμέντ, υπέγραψε σύμφωνο αμοιβαίας άμυνας με την Αίγυπτο, ενώ το 1958, η Υεμένη προσχώρησε στην Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία (μια ομοσπονδία της Αιγύπτου και της Συρίας), σε μια συνομοσπονδία γνωστή ως Ηνωμένα Αραβικά Κράτη, αλλά αυτή διαλύθηκε αμέσως μετά την απόσυρση της Συρίας από την Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία και τα Ηνωμένα Αραβικά Κράτη το Σεπτέμβριο του 1961, οπότε και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Υεμένης επιδεινώθηκαν.

Με τον θάνατο του Αχμέντ το 1962, τον διαδέχθηκε στον θρόνο ο γιος του, ο Μουχαμάντ αλ-Μπαντρ, ο οποίος καθαιρέθηκε την χρονιά της στέψης του από φιλονασερικούς πανναραβιστές αξιωματικούς (με την υλική, ηθική και χρηματική «βοήθεια και υποστήριξη» των Σοβιετικών), οι οποίοι πήραν τον έλεγχο της χώρας, εγκαθιδρύοντας την Αραβική Δημοκρατία της Υεμένης (ΑΔΥ), η οποία και ήταν σύμμαχος της ΕΣΣΔ στην διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Αυτή η πράξη των στρατηγών, είχε  ως αποτέλεσμα την έναρξη ενός βίαιου εμφυλίου πολέμου, στον οποίο, το μεν νέο καθεστώς υποστήριζε στρατιωτικά και πολιτικά η Αίγυπτος, ενώ τους αντάρτες υποστηρικτές του καθαιρεμένου ιμάμη,  υποστήριζαν οι μοναρχίες της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και της Ιορδανίας.
Η σύγκρουση συνεχίστηκε περιοδικά μέχρι το 1967, όταν αποσύρθηκαν τα αιγυπτιακά στρατεύματα, ενώ το 1970, οι αντιτιθέμενοι ηγέτες, κατέληξαν σε συμφωνία, σύμφωνα με την οποία, αναγνωρίστηκε τελικά η ΑΔΥ.
Αντίστοιχα, η περιοχή του Άντεν (αλλιώς Νότια Υεμένη), αποτελούσε προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία αποχώρησε από αυτή το έτος 1967, ενώ το 1970,  το κράτος της Νότιας Υεμένης, υιοθέτησε ένα κομμουνιστικό κυβερνητικό σύστημα.
Παρά τα συγγενικά τους πολιτικά συστήματα της δύο κράτη της Υεμένης (Βόρειας και Νότιας),  δεν ενοποιήθηκαν άμεσα και τελικά η ένωση τους το 1990, όταν οι δύο χώρες ενώθηκαν επίσημα στο σημερινό κράτος της Υεμένης υπό την προεδρία του Αλί Αμπντουλάχ Σάλεχ.
Όμως, το 1994 η Νότια Υεμένη κήρυξε την εκ νέου απόσχισή της από το βορρά, γεγονός το οποίο είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της Νότιας Υεμένης από τις δυνάμεις της Βόρειας στον σύντομο εμφύλιο πόλεμο του 1994 στην χώρα αυτή.
Ο δε Σάλεχ, ο οποίος είχε υποσχεθεί  να φροντίσει για την συνταγματική διασφάλιση των ελευθεριών, όλων των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων στην χώρα, σύντομα εγκατέλειψε όλες τις υποσχέσεις του και εξελίχθηκε σε έναν στυγνό δικτάτορα.
Ως αποτέλεσμα της άγριας καταπίεσης της κυβέρνησης της Υεμένης, το 2004 η σιιιτική θεολογική οργάνωση Ανσάρ Αλλάχ, η οποία είχε ιδρυθεί το 1992, απέκτησε και ένοπλο κλάδο, εξελισσόμενη σε ένοπλη επαναστατική οργάνωση των σιιτών ζαϊντιστών της Υεμένης, με ηγέτη τους τον Χουσείν Μπαντρεντίν αλ Χούθι, του οποίου οι οπαδοί με τον θάνατο του ηγέτη τους το ίδιο έτος, πήραν προς τιμήν του το όνομα του και ονομάστηκαν «Χούθι» ή «Χούτι».

Οι Χούθι, είχαν σε όλη τους την πορεία, από την ίδρυση τους, ως και την εξέγερση που ξεκίνησαν το 2004 κατά του καθεστώτος Σάλεχ, την  πλήρη οικονομική, πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη του ομόδοξου τους Ιράν, το οποίο ευελπιστούσε με την πιθανή κατάληψη της εξουσίας της Υεμένης από τους συμμάχους της, να επεκτείνει την επιρροή της στην χώρα αυτή, από την οποία διέρχεται σημαντικό μέρος του παγκόσμιου εμπορίου προϊόντων και πετρελαίου μέσω των Στενών του Άντεν.
Ταυτόχρονα, με τον έλεγχο της χώρας αυτής, θα μπορούσε και να περικυκλώσει την εχθρική για αυτή (πολιτικά και θρησκευτικά) σουντική Σαουδική Αραβία και να επεκτείνει και την εξέγερση και στον μόνιμα καταπιεσμένο πληθυσμό των Σιιτών στο βασίλειο αυτό, οι οποίοι και κατοικούν στις καίριες πετρελαϊκά περιοχές του κράτους αυτού (https://alophx.blogspot.gr/2017/09/blog-post_11.html).
Η δήθεν Αραβική Άνοιξη του 2011, η οποία και εξαπλώθηκε στην Υεμένη την ίδια χρονιά, είχε σαν αποτέλεσμα την εκδίωξη του Σάλεχ μετά από βίαιη εξέγερση (αλλά και τον βίαιο τραυματισμό του από ρίψη πυραύλου εναντίον του στο προεδρικό μέγαρο της χώρας).
[Η δε επαναφορά της μεγάλης γαιοκτησίας επί της προεδρίας Σάλεχ, «βοήθησε» επίσης σημαντικά στην εξέγερση στην Υεμένη, καθώς την αναζωπύρωση των αποσχιστικών τάσεων της Νότιας Υεμένης, αλλά και στην άνοδο των ισλαμιστών του ISIS και της Αλ Κάιντα στην περιοχή].
Ο Σάλεχ, μεταφέρθηκε για νοσηλεία στην Σαουδική Αραβία, και υπέβαλε τελικά την παραίτησή του, μετά από τις έντονες πιέσεις των οικοδεσποτών του (ότι ακριβώς συνέβη και με τον πρωθυπουργό του Λιβάνου Χαρίρι το 2017), ενώ στην ηγεσία της χώρας, τον διαδέχθηκε ο πρώην αντιπρόεδρος του, ο Χάντι.
Όμως, η κατάσταση αυτή, δεν εμπόδισε την έκρηξη επανάστασης στο βόρειο τμήμα της χώρας από τους Χούθι (οι οποίοι και αντιπροσωπεύουν το 1/5 του πληθυσμού της Υεμένης), ενώ στον Νότο, το κίνημα για την εκ νέου ανεξαρτητοποίηση της περιοχής από την χώρα ενισχύθηκε σημαντικά, ενώ ταυτόχρονα εμφανίστηκαν στην περιοχή, μαχητές της «Αλ Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου», όπως και του ISIS, οι οποίοι και ελέγχουν μεγάλες εκτάσεις στην χώρα.
Ο εμφύλιος που ξέσπασε στην χώρα διέλυσε ως το 2014 την χώρα σε πολλά ανεξάρτητα και αντιμαχόμενα μεταξύ τους φέουδα, υποστηριζόμενα είτε από τις σουνιτικές μοναρχίες του Κόλπου (Κατάρ, Σαουδική Αραβία), είτε από το σιιτικό Ιράν.
Όμως, το 2014, συνέβη μία «σημαντική στροφή» στην πορεία του πολέμου αυτού:

Ο μέχρι τότε εξόριστος Σάλεχ, ο οποίος ήταν ο κύριος εχθρός των Χούθι όταν ήταν πρόεδρος της Υεμένης συμμάχησε τελικά μαζί τους και μέσω της επιρροής που είχε σε μεγάλο μέρος του κυβερνητικού στρατού, κατάφερε να πάρει μεγάλο μέρος του υπό την εξουσία του και συμμάχησε με τους Χούθι.
Οι συνδυασμένες συμμαχικές δυνάμεις, κατέλαβαν τα 3/5 της επικράτειας της Υεμένης, γεγονός εντός ολίγων εβδομάδων, γεγονός που αναστάτωσε σε μεγάλο βαθμό την Σαουδική Αραβία.
[Στην επιτυχία της εξέγερσης των Χούθι, καθώς και της αποστασίας μεγάλου μέρους του κυβερνητικού στρατού κατά του Χάντι, «βοήθησε» και το κόψιμο των επιδομάτων, όπως και η απόσυρση των κρατικών επιδοτήσεων στα καύσιμα, που καίρια τα πιο ασθενή οικονομικά στρώματα, και πυροδότησαν επίσης και θυελλώδεις λαϊκές αντιδράσεις].
Η πρωτεύουσα της χώρας Σαάνα, κατελήφθη από τις συμμαχικές δυνάμεις, ενώ ο πρόεδρος της Υεμένης, Χάντι, συνελήφθη και δήλωσε παραίτηση, αλλά λίγο διάστημα κατάφερε να ξεφύγει και να το σκάσει στο εξωτερικό, όπου και ζήτησε την βοήθεια της Σαουδικής Αραβίας και των συμμάχων της, προκειμένου να εκδιώξουν τους Χούθι από την εξουσία, αλλά και για να τον επαναφέρει αυτή, στην πρότερη προεδρική θέση του.
Ως απόρροια αυτών των γεγονότων, η Σαουδική Αραβία, όντας υπέρμαχος του Σουνιτικού Ισλάμ επενέβη στην Υεμένη, προκειμένου να ανακόψει την προέλαση των σιιτών Χούθι καθώς και του Ιράν στην περιοχή, προσπαθώντας να αποφύγει την στρατηγική περικύκλωση από Βορρά-Ανατολή (Ιράν-Κατάρ) και Νότο (Υεμένη).
Έτσι, το 2015, ο οίκος των Σαούντ, επικεφαλής ενός συνασπισμού συμμαχικών ως προς αυτόν και ομόθρησκων (σουνιτικών) μουσουλμανικών κρατών (π.χ. Μαρόκου, Πακιστάν, Αιγύπτου, Ομάν, Ιορδανίας, Σουδάν), εισέβαλε στην Υεμένη, με διακηρυγμένο σκοπό, την αποκατάσταση του Χάντι στην εξουσία και την εκδίωξη των Χούθι.
Η συμμαχία αυτή, κινητοποίησε 150.000 Σαουδάραβες και Αιγύπτιους στρατιώτες, μαζί με 100 σαουδαραβικά βομβαρδιστικά, 30 μαχητικά από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, 15 από το Μπαχρέιν, 15 από το Κουβέιτ, 10 από το Κατάρ και 6 από την Ιορδανία.
Όμως, παρά την αρχική προέλαση των συμμαχικών της Σαουδικής Αραβίας χωρών στην Υεμένη ενάντια στους Χούθι, σύντομα οι χερσαίες επιχειρήσεις του 10μελούς σουνιτικού συνασπισμού βάλτωσαν, και άρχισαν οι συνεχείς ήττες του, ενώ τα στρατεύματα των Χούθι αντεπιτέθηκαν, διώκοντας τους εχθρούς τους από πολλά μέρη που αυτοί είχαν καταλάβει πιο πριν, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο, να διενεργούν και στρατιωτικές επιχειρήσεις εντός του εδάφους της Σαουδικής Αραβίας.

Η εισβολή δε στην Υεμένη, έφτασε στο σημείο να κοστίζει στους Σαουδάραβες δέκα δις δολάρια τον χρόνο, κάτι που σε συνδυασμό με τα τεράστια οικονομικά προβλήματα της χώρας, μαζί με την πρόσφατη δυναστική κρίση και την σύλληψη πολλών μελών της βασιλικής οικογένειας (https://alophx.blogspot.gr/2017/11/n.html), άρχισε να ρίχνει το διεθνές οικονομικό, πολιτικό, αλλά συνάμα και στρατιωτικό κύρος της (μιας και μια χώρα με τόσα τελευταίας τεχνολογίας οπλικά συστήματα, δεν είναι ικανή, μαζί μάλιστα με ένα σωρό συμμάχους, να κερδίσει μία δράκα, μερικών «φτωχών, ξυπόλητων και ελάχιστα εξοπλισμένων» ανταρτών).
Λόγω όμως της σύγκρουσης Σαουδαράβων-Χούθι, η Αλ Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου κατόρθωσε να επεκτείνει τον έλεγχό της στο 1/3 περίπου της χώρας (στις κεντρικές και νότιες επαρχίες), ενώ και το Ισλαμικό Κράτος έχει κατέλαβε την εξουσία σε σημαντικό μέρος πρόσφατα του κεντρικού τμήματος της χώρας.
Η κατάσταση αυτή, συνεχιζόταν μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2017, όταν και ο μέχρι τότε «σύμμαχος» των Χούθι, ο καθαιρεθείς πρώην πρόεδρος Σάλεχ, ο οποίος το 2015 είχε συμμαχήσει μαζί τους εναντίον του στρατιωτικού συνασπισμού του οποίου ηγείται η Σαουδική Αραβία, δήλωσε ξαφνικά ανοιχτός σε συνομιλίες με την Σαουδική Αραβία, αν η τελευταία άρει τον αποκλεισμό που επιβάλλει στη Υεμένη.
Αυτό ήταν κάτι που οι Χούθι εξέλαβαν ως προδοσία, αφού πιο πριν με τον ίδιο τρόπο είχε προδώσει τους Σαουδάραβες και τον Χάντι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο αλλάζοντας ξαφνικά πλευρά και συμμαχώντας με τους πρώην εχθρούς του (κάτι που θα είχε σαν τελικό αποτέλεσμα την διάσπαση των δυνάμεων του συνασπισμού που μάχονταν εναντίον του Ριάντ, προς όφελος των σουνιτών), με συνέπεια να υπάρξει ανοιχτή σύγκρουση με ανταλλαγές πυρών κατά των υποστηρικτών του Σάλεχ και των Χούθι.
Οδομαχίες ξέσπασαν στην περιοχή της Σαάνα και σε άλλες «κοινές περιοχές» των δύο «λυκόφιλων συμμάχων» και προκάλεσαν δεκάδες θανάτους και τραυματισμούς, στο τέλος όμως, οι υποστηρικτές του Σάλεχ, έχασαν, μετά από μία εβδομάδα βίαιων συγκρούσεων, κατά πολύ την δύναμη και τις περιοχές τους.
Την ίδια περίοδο, οι Χούθι, με επικεφαλής τον Αμπντούλ Μαλίκ αλ-Μπαντρεντίν Χούθι, γιο του δολοφονημένου το 2004 από το καθεστώς Σάλεχ ιδρυτή της οργάνωσης, κατάφεραν να σκοτώσουν σε ενέδρα τον Σάλεχ, ο οποίος προσπαθούσε να διαφύγει με μέλη της οργάνωσης του από την Σαάνα προς την φιλική στον ίδιο πόλη της Μααρίμπ.

Η οχηματοπομπή των τεσσάρων αυτοκινήτων που μετέφερε τον Σάλεχ και την ομάδα του, αναγκάστηκε να σταματήσει περίπου 40 χλμ. από την πρωτεύουσα και ο Σάλεχ σκοτώθηκε από τις σφαίρες των Χούθι, μαζί με όλα τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης του (του Γενικού Λαϊκού Κογκρέσου), που τον συνόδευαν.
[Με τον τρόπο αυτό, ο Αμπντούλ Μαλίκ αλ-Μπαντρεντίν Χούθι, εκδικήθηκε τον Σάλεχ και για την δολοφονία του πατέρα του, ενώ ο ίδιος ο Σάλεχ, έμαθε με τίμημα την ίδια του την ζωή, την αλήθεια του γνωστού τηλεοπτικού ρητού που λέει πως: «Όταν παίζεις το παιχνίδι του στέμματος, κερδίζεις ή πεθαίνεις. Δεν υπάρχει μέση λύση»].
Τι μέλει γενέσθαι από εδώ και πέρα; Από ότι φάνηκε κατά την σύγκρουση των οπαδών του Σάλεχ με τους Χούθι, ο Σάλεχ δεν κατάφερε να κινητοποιήσει τους οπαδούς του και να φέρει ενισχύσεις στην πρωτεύουσα κατά των πρώην συμμάχων και νυν εχθρών του, ενώ και τις μάχες που ακολούθησαν, οι υποστηρικτές του και τα στρατεύματα του ηττήθηκαν σχεδόν παντού.
Η δε έκκληση του Χάντι στα εναπομείναντα στρατεύματα του Σάλεχ να ενωθούν μαζί του, δεν φαίνεται να έπιασε επίσης καθόλου τόπο, αφού αυτά μεν ορκίστηκαν πίστη στον ανιψιό του Αμπντάλα Σάλεχ, τον Μωχάμεντ Σάλεχ, ενώ θεωρουν τον Χάντι ως φερέφωνο και υποτακτικό των Σαουδαράβων, όπως και προδότη της χώρας του, αφού αυτός ήταν που «προσκάλεσε» τους Σαουδάραβες, οι οποίοι με την πρόσκληση του αυτή, βρήκαν την αφορμή που ήθελαν, προκειμένου να εισβάλουν στην Υεμένη και να αιματοκηλίσουν την χώρα.
Οπότε, στην χώρα, το πιθανότερο είναι να συνεχιστεί ένας αέναος εμφύλιος πόλεμος από όλες τις πλευρές, οι οποίες θα στηρίζονται είτε από την Σαουδική Αραβία, είτε το Ιράν, στον οποίο πιθανώς τελικός νικητής, θα είναι αυτός που είναι πιο συγκροτημένος, ικανός στρατηγικά, και που έχοντας περισσότερη υπομονή και τα λιγότερα οικονομικά προβλήματα, θα επικρατήσει επί του αντιπάλου του.
Για την ώρα τα χαρακτηριστικά αυτά, τα διαθέτει κυρίως το Ιράν, ενώ η Σαουδική Αραβία (όπως και οι σύμμαχοι της), μαστίζεται από ποίκιλα οικονομικά προβλήματα, πολιτειακή και δυναστική αλλαγή, ενώ και ο στρατηγικός της σχεδιασμός, όπως και η διαχείριση των υπερεξελιγμένων στρατιωτικών μέσων που διαθέτει, είναι μέχρι τώρα εξίσου αποτυχημένη.

Κάτι το οποίο, σημαίνει, ότι σε περίπτωση νίκης των Χούθι, οι σύμμαχοι και υποστηρικτές του (δηλαδή το Ιράν και η Ρωσία), θα μπορέσουν να αποκτήσουν τον έλεγχο των κρίσιμων γεωστρατηγικά και εμπορικά στενών του Άντεν, όπως και μία χρήσιμη στρατιωτική βάση, από την οποία θα «πιέζουν» στρατιωτικά και πολιτικά τις πετρομοναρχίες του Κόλπου.
Και αυτό, είναι κάτι, που θα έχει πιθανότατα μακροχρόνια σαν τελικό αποτέλεσμα, είτε την πλήρη υποταγή αυτών στην συμμαχία Ιράν-Ρωσίας, είτε ακόμα και την απόλυτη καταστροφή τους σαν κράτη (σαν αποτέλεσμα εσωτερικών εξεγέρσεων και επαναστάσεων, είτε ακόμα και εχθρικών εισβολών των Μεγάλων δυνάμεων σε αυτές π.χ. της Ρωσίας, της Κίνας, ακόμα και των ΗΠΑ).



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου